Saturday, April 19, 2014

Γυρνάς και βλέπεις τον εαυτό σου

Όταν ο δρόμος σου σε φέρνει πίσω, ακροπατώντας στων ονείρων τις αιχμές, γυρνάς και βλέπεις τον εαυτό σου. 
Πίσω από τη μιζέρια σου και από της καθημερινότητάς σου τον αχό, κρύβεται η ματιά στον εαυτό σου. Αυτή η ματιά που σε αποδομεί. Αυτό το βλέμμα στον εαυτό σου που σου λέει πως δεν αξίζεις. Αυτό το βλέμμα που χρειάζεσαι έναν άλλον να στο αλλάξει. 
Όταν ξεφύγεις από τη ρουτίνα σου την καθημερινή, ξεχνάς. Γυρνάς κάποια στιγμή στα ίδια και δειλιάζεις. Μα θα τα καταφέρω? Θα το μπορέσω τούτη τη φορά να το πετύχω, να ξεφύγω απ' τα δεσμά της ίδιας της δικής μου παρακμής? 
Θέλω ετούτη τη φορά να το πετύχω. Θέλω να φύγω από τους χρόνιους δεσμούς. Θέλω τον εαυτό μου να περάσω και να δω, για μια φορά μονάχα να μου πω πως είμαι όμορφος στο όλον.
Την αναποφασιστικότητα να διώξω και ν' αλλάξω. Μόνιμα. Θα το μπορέσω? 
Μία φορά μονάχα ως τώρα στη ζωή μου, κατάφερα τους τοίχους να γκρεμίσω. Κατάφερα να διώξω της αμφιβολία της ήττας και να πω, πως μόνη μου επιλογή η νίκη. Σε μία φάση που είχα χάσει τον εαυτό μου πλήρως. Που είχα ξεχάσει τι είναι να 'μαι εγώ... Χρειάστηκα ένα ζευγάρι μάτια να κοιτάει, ένα ζευγάρι μάτια που στα μάτια του δεν είχα μα καμιά επιλογή. Μονάχα νίκη. Τα κατάφερα. Τότε.
Είναι τα μάτια τούτα πάλι εμπρός μου? Θα καταφέρω μόνο νίκη να θωρώ?
Είναι φορές που νιώθω ναρκωμένος, υπνωτισμένος προς τον πάτο προχωρώ. Γιατί νομίζω πως τάχα δεν αξίζω? Τα εισερχόμενα ερεθίσματα αλλιώς μου στρώνουν το χορό κι εγώ τα βήματα τους α-φρονώ. Γιατί? 
Γιατί ενώ για φίλους και δικούς παλεύεις, αφήνεις τον εαυτό σου για στερνό? Αφού το ξέρεις. Αν δε λογίζεις τον εαυτό σου γι' άξιο, αν δεν πιστεύεις πως αξίζεις κάτι... κανέναν δε μπορείς να τον βοηθήσεις κι όμως... Παλεύεις για τους άλλους, τους βοηθάς. Βοηθάς να βγει από μέσα τους το σπάνιο, το άξιο, αυτό που μέσα τους κοιτάς και ξέρεις πως υπάρχει. Γιατί δεν κάνεις και για σε το ίδιο? Δεν το αξίζεις τάχα? 
Γιατί η ενέργεια για σένα να σου φαίνεται πως είναι περιττή? Γιατί δεν αγαπάς αυτό που είσαι? Γιατί δεν προσπαθείς για σένα μια φορά? 
Θέλω ν' αλλάξω. Τα δεδομένα μου να φτιάξω σε καινούριες τους τροχιές. Σε ενεργειακά ψηλότερες συχνότητες να τρέξω. Μα θέλω να το μοιραστώ. Θέλω για μένα μια ψυχή να νοιάζεται και να προσέχει. Θέλω το είναι μου να της το δώσω να χαρεί. Να ενωθούμε σε χορό ανοδικό σπειροειδή, με στόχο του τα άστρα. 
Μη φοβάσαι. Τα τείχη εσύ τα υψώνεις. Τα όρια εσύ τα βάζεις. Τα εμπόδια εσύ. Την απογοήτευση και το μάταιο. Μονάχα να μοιραστώ. Την αγάπη μου για σένα να την κάνω και για μένα. Να είμαι ψηλά μαζί σου. Να είσαι ψηλά μαζί μου. Να ενωθούμε στις δυνάμεις μας, να αλληλοκαλύψουμε τις αδυναμίες μας. Να γίνουμε ένα. Για πάντα. 
Αγάπα με. Αγάπα με σαν ένα φίλο. Αγάπα με σαν κάποιον π' αγαπάς. Είμαι εγώ... Ο εαυτός σου.

Tuesday, April 08, 2014

Κρύο

Μισολιωμένα από λουλούδια πέταλα, κείτονται πατημένα. Δεν πρόλαβαν να ξεμυτίσουν. Δεν πρόλαβαν να δουν το φως της άνοιξης να τους χαμογελά. Το άρωμά τους το γλυκό δεν πρόλαβαν να το μοιράσουν σε διψασμένα για ομορφιά ρουθούνια. Το χρώμα τους το ζωηρό δεν πρόλαβαν μάτια πεινασμένα να το δουν. 

Ανήλιαγο το κρύο σου και μου τρυπάει το μυαλό. Το πηχτό σου σκοτάδι ρέει μέσα μου. Με διαπερνά ματώνοντας τα σωθικά. Διψάω για λίγο φως. Διψάω γι' αυτόν τον ήλιο της άνοιξης που ανατέλλοντας θα με καθησυχάσει πως όλα θα πάνε καλά. Αντί γι' αυτό το υγρό σου μαύρο βάφει τη ματιά μου.

Γιατί δε βρίσκεις ένα δέκτη σου ποτέ? Μοναχικός πομπός, το σήμα σου το στέλνεις πουθενά... Ματωμένη η βάση σου, μα και βαθειά. Κρύο σε δέρνει τα βράδια και το πρωί κανείς εκεί. Μόνος σου το ηλιοβασίλεμα τι να το κάνεις, και η ανατολή πως να σε πείσει? Πού βρίσκεις το κουράγιο για να εκπέμψεις κι αύριο το σήμα σου? Γιατί ακόμη προσπαθείς? Τι περιμένεις να αλλάξει ξαφνικά? Βαθειά στη Γη μπηγμένα τα πόδια σου δεν κάνουν βήμα. Σαν από πείσμα δεν κουνάς καν σπιθαμή. 

Οι ελπίδες σου στο πουθενά βελάζουν απελπισία. Θες να ξεράσεις από μέσα σου τις ματωμένες αναμνήσεις, μα χάνεις έτσι και ζωή. Αυτά που χάρηκες μικρός θα τ' αποβάλλεις μεγαλώνοντας. Χάνεις της νέας σου χαράς το πρωτόγνωρο. Ο κυνισμός και η συνήθεια θα ρθούνε μέσα σου να φτιάξουν σπιτικό. Να κάνεις έξωση στο χρόνο που αμείλικτα σε μεγαλώνει δε μπορείς. 

Κι η μοναξιά σου θα γυρνά συχνά κι όλο συχνότερα. Θα σου χτυπά την πόρτα και θα ξέρει. Είσαι μέσα. Θα νιώθεις της ασχήμιας της το περιπαιχτικό χαμόγελο να σε κοιτά με τα στραβά του δόντια. Όσο κι αν υποκρίνεσαι πως λείπεις. Αυτή θα σου χτυπά και θα ξαναχτυπά της ζήσης σου το μάταιο. Γιατί είναι δική σου μόνη η ζωή. Δεν την μοιράστηκες, δε βρέθηκε κανείς να τη θελήσει για δική του. 

Της υστεροφημίας οι γλυκοί παιάνες δε θα παίξουν. Δεν πάτησες τη Γη αυτή με πέλμα στέρεο και  με βαθύ βηματισμό. Το σώμα σου έσυρες κι εσύ για λίγα χρόνια, κόκκους άμμου, κι η θάλασσα εκδικήτρια του εφήμερου, από το χάρτη θα σε σβήσει. Η λησμονιά σου θα 'ναι γρήγορη. Ούτε το κυπαρίσσι θα σταθεί εκεί στη λίμνη, να δείχνει έστω αυτό, πως κάτι πέρασε, ακόμη κι αν το ξέχασαν θεοί κι ανθρώποι. 

Κι αυτό το μαύρο το υγρό το κρύο, το πρόσωπο του μόνου ανθρώπου, θα 'ναι εκεί. Όταν θα σε τελειώσει, θα συνεχίσει τη φθοροποιό του δράση. Θα φθείρει κι άλλους βράχους - άνθρωπους κι η σιωπηλή του η μανία, αν και ήσυχη, δε σβήνει. 

 Κάνει κρύο απόψε. Τρέμει η θέλησή σου. Λυγάει το είναι σου. Μη σπάσεις. Σε παρακαλώ... Μη σπάσεις.
eXTReMe Tracker